Η σκάλα του Φωτός
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.
Η σκάλα του Φωτός

Μη Συνδεδεμενος Παρακαλώ συνδεθείτε ή εγγραφείτε

Τα χρήματα

Πήγαινε κάτω  Μήνυμα [Σελίδα 1 από 1]

1Τα χρήματα Empty Τα χρήματα Τρι Νοε 20, 2012 1:47 am

Λευκός Κρίνος

Λευκός Κρίνος
Admin

Ήταν κάποιος µια φορά που είχε πάρει απόφαση να χαίρεται τη ζωή του.
Νόµιζε ότι για να µπορεί να το κάνει αυτό, έπρεπε να έχει πολλά λεφτά.
Σκεφτόταν ότι δεν µπορεί να υπάρχει πραγματική ευχαρίστηση, όταν πρέπει να διακόπτεται η απόλαυση από τη δυσάρεστη φροντίδα του να βγάλεις λεφτά.
Σκέφτηκε, έτσι µεθοδικός που ήταν, ότι για να µην απασχολεί το µυαλό του και να µη στενοχωριέται, έπρεπε να χωρίσει τη ζωή του σε δύο µέρη: πρώτα θα έβγαζε αρκετά λεφτά και µετά θα απολάµβανε ό, τι επιθυµούσε η ψυχή του.
Υπολόγισε ότι ένα εκατοµµύριο δολάρια θα του έφταναν για να ζήσει ήσυχος την υπόλοιπη ζωή του. Αφιέρωσε λοιπόν όλες του τις δυνάµεις στο να κερδίσει χρήµατα και να µαζέψει πλούτη. Επί χρόνια, κάθε Παρασκευή, άνοιγε το βιβλίο εσόδων και άθροιζε τα αγαθά του.
«Όταν µαζέψω το εκατομμύριο» έλεγε, «δεν θα δουλέψω άλλο. Θα είναι η στιγµή της απόλαυσης και της διασκέδασης. Δεν θ' αφήσω να µου συµβεί αυτό που έπαθαν άλλοι, που όταν έφτασαν στο πρώτο εκατοµµύριο άρχισαν να θέλουν κι άλλο.
Και πιστός στην απόφασή του έφτιαξε µια τεράστια πινακίδα και την κρέµασε στον τοίχο:
«Μόνο ένα εκατομμύριο»
Πέρασαν τα χρόνια.
Ο τύπος µάζευε λεφτά κι έκανε προσθέσεις. Κάθε φορά ήταν όλο και πιο κοντά στο στόχο του.
Χαµογελούσε αυτάρεσκα όταν σκεφτόταν τις χαρές που τον περίµεναν. Μια Παρασκευή κατάπληκτος βλέπει το τελικό νούµερο: Το άθροισµα ήταν 999.999,75 δολάρια. Έλειπαν µόνο 25 σεντς για να συµπληρωθεί το εκατοµµύριο! Πανικόβλητος, αρχίζει να ψάχνει κάθε σακάκι, κάθε παντελόνι, κάθε συρτάρι, µήπως βρει τα λίγα νοµίσµατα που λείπουν ... Δεν ήθελε να περιµένει άλλη µία βδοµάδα. Τελικά, στο τελευταίο συρτάρι βρίσκει τα 25 σεντς που ήθελε. Κάθεται στο γραφείο του, και γράφει µε τεράστια νούµερα: Ικανοποιηµένος, κλείνει τα βιβλία, κοιτάζει την πινακίδα στον τοίχο και µονολογεί:
«Ένα µόνο. Και τώρα απολαµβάνουµε ... » Εκείνη ακριβώς τη στιγµή, χτυπάει η πόρτα. Δεν περιµένει κανέναν. Απορηµένος, πάει να ανοίξει. Μια γυναίκα ντυµένη στα µαύρα, µ' ένα δρεπάνι στο χέρι του λέει: «Ήρθε η ώρα σου.»
Είχε έρθει ο θάνατος να τον πάρει.
«Όχι ... » ψελλίζει αυτός. «Όχι ακόµη ... δεν είµαι έτοιµος.»
«Ήρθε η ώρα σου» ξαναλέει ο Θάνατος.
«Μα πώς ... Τα λεφτά ... Οι χαρές ... »
«Καταλαβαίνω, αλλά ήρθε η ώρα σου.»
«Σε παρακαλώ, δώσε µου ακόµη ένα χρόνο ... Ανέβαλλα τα πάντα γιατί περίµενα αυτή τη στιγµή, σε παρακαλώ ... «Λυπάµαι» λέει ο Θάνατος.
«Ας κάνουµε µια συµφωνία» προτείνει αυτός απελπισµένος, «κατάφερα και µάζεψα ένα εκατοµµύριο δολάρια. Πάρε τα µισά και δώσε µου ένα χρόνο διορία. Σύµφωνοι;
«Όχι.»
«Σε παρακαλώ. Πάρε 750.000 και δώσε µου ένα µήνα ... » «Δεν έχεις καθόλου διορία.»
«900.000 για µια βδοµάδα.»
«Δεν έχεις καθόλου διορία.»
«Ας κάνουµε κάτι άλλο. Πάρ' τα όλα, και δώσε µου έστω και µία µέρα. Έχω τόσα να πω, τόσο κόσµο να δω, έχω αναβάλει τόσα πράγµατα ... σε παρακαλώ.»
«Ήρθε η ώρα σου» επαναλαµβάνει ο Θάνατος, αδιάλλακτος.
Ο άνθρωπος σκύβει το κεφάλι. Αποδέχεται την κατάσταση και παραιτείται από κάθε άλλη προσπάθεια διαπραγµάτευσης. Με περίλυπο ύφος, ζητάει µόνο µία τελευταία χάρη:
«Έχω έστω λίγα λεπτά ακόµη;» παρακαλεί.
Ο θάνατος βλέπει ακόµη λίγους κόκκους άµµου στην κλεψύδρα του και του λέει:
«Εντάξει».
Παίρνει ο άντρας ένα χαρτί και µια πένα από το γραφείο του και γράφει:
Αναγνώστη:
Όποιος κι αν είσαι.
Εγώ δεν μπόρεσα να αγοράσω ούτε µία μέρα ζωής µε όλα µου τα λεφτά.
Πρόσεξε τι θα κάνεις µε τον χρόνο σου. Είναι η μεγαλύτερη σου περιουσία ...

Επιστροφή στην κορυφή  Μήνυμα [Σελίδα 1 από 1]

Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης